Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2008

Η Εστία όπου παράγονται μυθεύματα

Κρύο, καιρός για δύο ( ή και παραπάνω ) , πάντως ότι πρέπει για παρέα και μπλα-μπλα.Το blog λόγω και των ημερών- επιλέγει από το μπαούλο του και σας προτείνει το Παραμύθι για τα Παραμύθια. Ε ναι. Καθότι ο ηγέτης πρέπει νάναι και παραμυθατζής..

Η Εστία οπού παράγονται μυθεύματα –παρά περί του αντιθέτου νομιζόμενα- είναι τετράγωνη με μυτερές σκεπές κι’ ανήλιαγες γωνίες. Έτσι τα σήματα που κολυμπάνε πέρα-δώθε στον αιθέρα, ελκύονται από την -εν είδη κεραίας- αιχμηρότητα και γίνονται ευθύς αλιεύσιμα από καλές Πυθίες που στα σκοτάδια περιμένουν.
Μετά –μπορώ να το δώ αυτό- τα νεφοσκεπάσματα, συμπυκνωμένα απ΄ την απαντοχή γύρω τριγύρω τις τυλίγουν, και να, ιδού τα πρόσωπα φωτίζονται ευθύς κι’ η θεία έμπνευση τ’ αυλάκινο διέξοδο επιτέλους βρίσκει και μετά …δώστου κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν’ αρχινήσει .

Κι’ αρχινά και λέει και σταματημό δεν έχει.. Σαν παραλήρημα, σαν μεθυσμένου λόγια, σαν νερά που όλοι τα ρουφάνε σαν σφουγγάρια. Όλοι εκτός απ’ αυτόν που εξιστορεί, που έτσι και ένα χιλιοστό της στιγμής να ξεχαστεί και κάτσει το τι λέει να σκεφτεί, πάει η μαγεία χάνεται και η πηγή στερεύει. Και σαν με το καλό ειπωθεί ..και έζησαν αυτοί καλά και ‘μείς καλύτερα..πέφτει σιγή πυκνή στη γύρα. Κι’ ύστερα, κάποια κεφάλια ανασηκώνονται, ματιές συνενοχής ανταλλάσσονται και λόγια ψιθυριστά επιδοκιμάζουν. Άλλη μια γέννα πέτυχε κι’ ‘ολοι τρέχουν τα νέα τα χαρμόσυνα σε ευήκοα ώτα να προλάβουν πρώτοι να τα πούνε. Και μα τον Τουτάτη, τον Άη-Λιά, τον Μανιτού, τη Κατωπαναγιά , την Ήρα, τον Γιαβχιέ, τον Αλλάχ, τον Βούδα, όλοι είναι ψεύτες και μόνη η δική του εκδοχή η μόνη άξια λόγου παραλλαγή του Μύθου..

Ε, καλά τώρα, λέει Μάνα-Φύση και χαμογελαστά αφήνει -από τ’ αντεράκι το παχύ νιόβγαλτης πυγολαμπίδας- ήχο μοσχοβολιστό τ’ αγέρι να σκορπίσει. Αλήθεια, εκείνη η φοράδα στ’ αλώνι, που νάναι και τι κάνει
;

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Έπεα Σημειολογικά Παιγνιδίζοντα! Να μην σιωπούσαμε τώρα με ένα πραγματικό παραμυθάκι, ευήκοοι θαυμασταί εμείς?

Δημήτρης Πρωτούλης είπε...

Πιτσιρικάς, διάβαζα μανιωδώς τα πάντα. Τα παραμύθια αναγκαστικά -αφού ήμουνα παδί- αλλά ποτέ δεν τα πολυχώνεψα: είχανε σκοτωμούς, τύπους κακάσκημους, βασιλόπουλα λελέδες και βλαμμένες πριγκιπέσσες. Έτσι άρχισα να φτειάχνω δικές μου ιστοριούλες που τις έφτειαχνα επιτόπου και τις έλεγα στις μικρές μου. Μέγα Σουξέ!